Η κακή αρχή της τρικομματικής (Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ) συγκυβέρνησης, η οποία έγινε διεθνές θέμα εξαιτίας της προχειρότητας με την οποία αντιμετωπίστηκαν ακόμη και στοιχειώδη ζητήματα ρουτίνας, όπως η εκπροσώπηση της χώρας στη Σύνοδο Κορυφής, δεν είναι το χειρότερο μήνυμα που εξέπεμψε η...
τρόικα εσωτερικού.
Ακόμη και οι οδυνηρές αστοχίες, με τη λάθος υπουργοποίηση Βερνίκου και το πολιτικό αλαλούμ που συνόδευσε την (παρ’ ολίγον) ανάληψη του υπουργείου Οικονομικών από τον Βασίλη Ράπανο, παρά τον τραυματισμό κάθε έννοιας κυβερνητικής σοβαρότητας, δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν σοβαρό εμπόδιο στην εξέλιξη του κυβερνητικού έργου.
Το πραγματικό χτύπημα για την υπό τον Σαμαρά συγκυβέρνηση έρχεται με την τάχιστη αποδόμηση - έως και εγκατάλειψη - κάθε προεκλογικής ρητορείας περί «επαναδιαπραγμάτευσηςτου μνημονίου». Διότι, όσο και αν το δίλημμα για το ευρώ ήταν αυτό που έγειρε την πλάστιγγα του εκλογικού αποτελέσματος, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε μια απλή αλήθεια:
Προεκλογικά υπ’ όψιν του ελληνικού λαού ετέθησαν δύο πολιτικές πλατφόρμες, οι οποίες, με μεγάλες έστω αποκλίσεις, εκκινούσαν από την αμφισβήτηση του μνημονίου, είτε μιλούσε κάποιος για κατάργηση είτε για απαγκίστρωση είτε για επαναδιαπραγμάτευση και όσες άλλες φόρμουλες χρησιμοποιήθηκαν. Ανεξαρτήτως του τελικού κριτηρίου ψήφου λοιπόν, οι Έλληνες ψήφισαν, μεταξύ άλλων, και για ένα είδος αλλαγής του μνημονίου.
Ήδη όμως η συγκυβέρνηση δείχνει ότι... απαγκιστρώνεται από την έννοια της αναδιαπραγμάτευσης είτε περιοριζόμενη, ρητορικά πάντα, να μιλάει για βήμα προς βήμα διαπραγμάτευση είτε περιοριζόμενη στην κατάθεση αιτημάτων προς την τρόικα για επιμήκυνση στην επίτευξη των μνημονιακών στόχων είτε εκλιπαρώντας μια συμβολική υποχώρηση των τροϊκανών σε επιμέρους μέτρα.
Πόσο πιο... μνημόνιο;
Παράλληλα, κομβική είναι η τελική ανάθεση του υπουργείου Οικονομικών, της πολιτικής και οικονομικής βιτρίνας της κυβέρνησης, στον Γιάννη Στουρνάρα, έναν άνθρωπο κατ’ εξοχήν ταυτισμένο με τη λογική των μνημονίων στην αρχική τους μορφή, ο οποίος μάλιστα έχει υπογράψει εκθέσεις και αναλύσεις με εξωφρενικές – και απολύτως διαψευσθείσες – προβλέψεις για τις συνέπειες της εφαρμογής των μνημονίων, αλλά και έχει συντάξει το περίφημο «Σχέδιο Αρχιμήδης», το οποίο προβλέπει την ολική παραχώρηση όλων των κτήσεων του Δημοσίου αντί πινακίου φακής.
Καθώς μάλιστα η Γερμανία παίζει αυτήν την εποχή το πιο σκληρό παιχνίδι της, επιδιώκοντας τον πλήρη έλεγχο της ευρωζώνης ακόμη και σε επίπεδο σύνταξης των εθνικών προϋπολογισμών, αλλά και την εκ των προτέρων δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων των χωρών ως εγγύηση για τα χρέη τους, η ελληνική συγκυβέρνηση, ευρισκόμενη σε τρικυμία, μοιάζει εντελώς ανίκανη να προβάλει αιτήματα.
Το δυστυχές – για την ίδια – αποτέλεσμα είναι ότι, χωρίς βούληση, αφήνει τις προεκλογικές υποσχέσεις των κομμάτων που την απαρτίζουν να μετατρέπονται σε... αέρα κοπανιστό, καθώς, αντί να διαπραγματευθεί, όπως υποσχόταν, εκλιπαρεί ψίχουλα στήριξης από το Βερολίνο, για να τα εξαργυρώσει στο εσωτερικό ως πίστωση πολιτικού χρόνου.
Η πραγματικότητα όμως δεν κρύβεται. Το μνημόνιο είναι πάντα εδώ, ενωμένο (χάρη στη συνεργασία των τριών) και δυνατό (με τον υπουργό Οικονομικών κατ’ εξοχήν αξιόπιστο θεματοφύλακα της εφαρμογής του). Είναι θέμα χρόνου να δούμε και τις πολιτικές παρενέργειες.
τρόικα εσωτερικού.
Ακόμη και οι οδυνηρές αστοχίες, με τη λάθος υπουργοποίηση Βερνίκου και το πολιτικό αλαλούμ που συνόδευσε την (παρ’ ολίγον) ανάληψη του υπουργείου Οικονομικών από τον Βασίλη Ράπανο, παρά τον τραυματισμό κάθε έννοιας κυβερνητικής σοβαρότητας, δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν σοβαρό εμπόδιο στην εξέλιξη του κυβερνητικού έργου.
Το πραγματικό χτύπημα για την υπό τον Σαμαρά συγκυβέρνηση έρχεται με την τάχιστη αποδόμηση - έως και εγκατάλειψη - κάθε προεκλογικής ρητορείας περί «επαναδιαπραγμάτευσηςτου μνημονίου». Διότι, όσο και αν το δίλημμα για το ευρώ ήταν αυτό που έγειρε την πλάστιγγα του εκλογικού αποτελέσματος, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε μια απλή αλήθεια:
Προεκλογικά υπ’ όψιν του ελληνικού λαού ετέθησαν δύο πολιτικές πλατφόρμες, οι οποίες, με μεγάλες έστω αποκλίσεις, εκκινούσαν από την αμφισβήτηση του μνημονίου, είτε μιλούσε κάποιος για κατάργηση είτε για απαγκίστρωση είτε για επαναδιαπραγμάτευση και όσες άλλες φόρμουλες χρησιμοποιήθηκαν. Ανεξαρτήτως του τελικού κριτηρίου ψήφου λοιπόν, οι Έλληνες ψήφισαν, μεταξύ άλλων, και για ένα είδος αλλαγής του μνημονίου.
Ήδη όμως η συγκυβέρνηση δείχνει ότι... απαγκιστρώνεται από την έννοια της αναδιαπραγμάτευσης είτε περιοριζόμενη, ρητορικά πάντα, να μιλάει για βήμα προς βήμα διαπραγμάτευση είτε περιοριζόμενη στην κατάθεση αιτημάτων προς την τρόικα για επιμήκυνση στην επίτευξη των μνημονιακών στόχων είτε εκλιπαρώντας μια συμβολική υποχώρηση των τροϊκανών σε επιμέρους μέτρα.
Πόσο πιο... μνημόνιο;
Παράλληλα, κομβική είναι η τελική ανάθεση του υπουργείου Οικονομικών, της πολιτικής και οικονομικής βιτρίνας της κυβέρνησης, στον Γιάννη Στουρνάρα, έναν άνθρωπο κατ’ εξοχήν ταυτισμένο με τη λογική των μνημονίων στην αρχική τους μορφή, ο οποίος μάλιστα έχει υπογράψει εκθέσεις και αναλύσεις με εξωφρενικές – και απολύτως διαψευσθείσες – προβλέψεις για τις συνέπειες της εφαρμογής των μνημονίων, αλλά και έχει συντάξει το περίφημο «Σχέδιο Αρχιμήδης», το οποίο προβλέπει την ολική παραχώρηση όλων των κτήσεων του Δημοσίου αντί πινακίου φακής.
Καθώς μάλιστα η Γερμανία παίζει αυτήν την εποχή το πιο σκληρό παιχνίδι της, επιδιώκοντας τον πλήρη έλεγχο της ευρωζώνης ακόμη και σε επίπεδο σύνταξης των εθνικών προϋπολογισμών, αλλά και την εκ των προτέρων δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων των χωρών ως εγγύηση για τα χρέη τους, η ελληνική συγκυβέρνηση, ευρισκόμενη σε τρικυμία, μοιάζει εντελώς ανίκανη να προβάλει αιτήματα.
Το δυστυχές – για την ίδια – αποτέλεσμα είναι ότι, χωρίς βούληση, αφήνει τις προεκλογικές υποσχέσεις των κομμάτων που την απαρτίζουν να μετατρέπονται σε... αέρα κοπανιστό, καθώς, αντί να διαπραγματευθεί, όπως υποσχόταν, εκλιπαρεί ψίχουλα στήριξης από το Βερολίνο, για να τα εξαργυρώσει στο εσωτερικό ως πίστωση πολιτικού χρόνου.
Η πραγματικότητα όμως δεν κρύβεται. Το μνημόνιο είναι πάντα εδώ, ενωμένο (χάρη στη συνεργασία των τριών) και δυνατό (με τον υπουργό Οικονομικών κατ’ εξοχήν αξιόπιστο θεματοφύλακα της εφαρμογής του). Είναι θέμα χρόνου να δούμε και τις πολιτικές παρενέργειες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου