Της Ειρήνης Γαϊτάνου
Γιατί κανένας Δεκέμβρης δεν τέλειωσε ποτέ [1]
Έχουν περάσει μόλις τρία χρόνια από την νεολαιίστικη εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008. Σε αυτά τα τρία χρόνια ο ιστορικός χρόνος υπήρξε πράγματι εξαιρετικά συμπυκνωμένος: Νεοφιλελεύθερες αναδιαρθρώσεις, η Ελλάδα στο μηχανισμό της «τρόικας», σειρά γενικών απεργιών (δύο από τις οποίες 48ωρες - οι πρώτες μετά την πτώση της χούντας), εκατοντάδες κλαδικές, κινητοποιήσεις σε πανεπιστήμια και χώρους εκπαίδευσης, αλλά και το «κίνημα των πλατειών». Ήταν αυτό το τελευταίο που χαρακτηρίστηκε από μεγάλο βάθος, καινοτομίες, ριζοσπαστισμό και αντιφάσεις, που διεκδίκησε για πρώτη φορά τη συγκρότηση νέων σχέσεων των ανθρώπων με την πολιτική και το πολιτικό εν γένει. Για πρώτη φορά; Και ο Δεκέμβρης;
Ας είμαστε ειλικρινείς. Ο Δεκέμβρης επιδιώχθηκε γρήγορα να ξεχαστεί. Παρά το εξαιρετικό βάθος του (σε ό, τι αφορά τη χωρική και τη χρονική διάσταση, τη διάρκειά του, τη διάχυση στην πόλη, τις πρωτοβουλίες και τον πειραματισμό στο επίπεδο των μορφών πάλης, τον αντισυστημικό του χαρακτήρα, τη βίαιη αντιπαράθεση με το κράτος και την πολιτική εξουσία), και παρά την σημαντική κοινωνική νομιμοποίηση της οποίας έχαιρε κατά τη διάρκεια της εξέλιξής του, ο Δεκέμβρης δεν μελετήθηκε, δεν συζητήθηκε στα σοβαρά, δεν συστηματοποιήθηκε η συμβολή του. Ο κυρίαρχος πολιτικός λόγος (από τα ΜΜΕ ως τους αλαλάζοντες «διανοούμενους», τους στρατευμένους μέχρι τέλους στο άρμα του νεοφιλελευθερισμού) επιστράτευσε όλα του τα όπλα μετά το τέλος της εξέγερσης: για να συκοφαντήσει τα χαρακτηριστικά της, προκειμένου να αναιρέσει τη δυναμική της, να αμφισβητήσει το χαρακτήρα της ως εξέγερση. Ακόμα όμως και οι πολιτικοί χώροι που συμμετείχαν σε αυτήν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, βιάστηκαν να ξεπεράσουν την αμηχανία που ένιωθαν κατά την ανάπτυξή της: είτε αποφεύγοντας και, οριακά, ξεχνώντας τη συζήτηση (τμήματα της αριστεράς), είτε προσδίδοντάς της χαρακτηριστικά συγκεκριμένων πολιτικών χώρων (τμήματα της αναρχίας).
Στην πραγματικότητα η εξέγερση του Δεκέμβρη ήταν το πρώτο κοινωνικό ξέσπασμα της παρούσας περιόδου πολιτικής κρίσης του νεοφιλελευθερισμού, ένα κοινωνικό γεγονός που έθεσε το ερώτημα της συγκρότησης νέων σχέσεων των ανθρώπων με την πολιτική. Στο περιθώριο ή και ενάντια στις παραδοσιακές μορφές άσκησης πολιτικής και τους κατεστημένους τρόπους πολιτικής οργάνωσης, πρότεινε μια εντελώς νέα πολιτική συγκρότηση και στράτευση, προκρίνοντας τις αρχές της αμεσοδημοκρατίας και της ευρείας συμμετοχής, τόσο στις μορφές πάλης όσο και στη λήψη των αποφάσεων. Επανέφερε ως κυρίαρχα στοιχεία, αλλά και ως διακυβεύματα, τα πεδία της καθημερινής ζωής και του δημοσίου χώρου. Διακήρυξε ότι η εξέγερση “ή θα είναι γιορτή ή τίποτα”, με την υλοποίηση πολλών και διαφορετικών πολιτιστικών πρωτοβουλιών (με την ευρεία έννοια του πολιτισμού). Πρωτοστάτησε στην ανασυγκρότηση του πρωτοβάθμιου συνδικαλισμού. Ήταν εκείνες τις μέρες που η πρωτοβουλία των πρωτοβάθμιων σωματείων πρωτοεμφανίστηκε με μαζικούς όρους, σε ρήξη με τον γραφειοκρατικοποιημένο επίσημο συνδικαλισμό (και ορόσημο την κατάληψη της ΓΣΕΕ), σηματοδοτώντας έτσι την πρώτη μαζική εφόρμηση της νεολαίας της ελαστικής απασχόλησης στο προσκήνιο.
Ο Δεκέμβρης προσπάθησε να συνδεθεί με κινήματα και πρωτοβουλίες στο εξωτερικό. Θεμελίωσε με συλλογικούς όρους δομές αλληλεγγύης (ιδίως μετά την απόπειρα δολοφονίας ενάντια στην Κωνσταντίνα Κούνεβα) και πυροδότησε την ευρεία χρήση των μέσων εναλλακτικής πληροφόρησης. Ήταν εκείνες τις μέρες που για πρώτη φορά μετανάστες συμμετείχαν σε μια εξέγερση με μαζικούς όρους, αν και χωρίς αναγνωρισμένα πολιτικά δικαιώματα [2], διευρύνοντας τα όρια της πολιτικής κοινότητας και θέτοντας το δημοκρατικό πρόβλημα ως πρόβλημα υπέρβασης ορίων [3]. Οι μέρες αυτές έδωσαν επίσης το έναυσμα για δεκάδες καταλήψεις κτιρίων και δημοσίων χώρων, που κράτησαν για μήνες μετά την εξέγερση, και πολλές υπάρχουν ακόμα.
Ο Δεκέμβρης αποκάλυψε τη συστημική βία, οικονομική, φυσική και συμβολική. Αρνήθηκε να αναγνωρίσει το κρατικό μονοπώλιο στη βία, συγκρούστηκε και επιτέθηκε ενάντια στα οικονομικά και πολιτικά σύμβολα της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης. Γκρέμισε τον πυρήνα του κυρίαρχου πολιτικού λόγου γύρω από τη βία: ότι, απ΄ όπου κι αν προέρχεται, η βία αποτελεί μια προσωρινή εκτροπή από ένα ειρηνικό status quo, που υποτίθεται πως εκπροσωπεί τον «κανόνα» στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες. Ο μύθος αυτός σήμερα καταρρίπτεται πιο εκκωφαντικά από ποτέ, καθώς ο νεοφιλελευθερισμός καταφεύγει σε όλο και πιο αυταρχικές μορφές διακυβέρνησης και πολιτικές εντονότερου κοινωνικού και πολιτικού αποκλεισμού.
Στο έδαφος μιας κρίσης οικονομικής και κοινωνικής, που πλήττει ευρύτατα κοινωνικά στρώματα, μιας κρίσης πολιτικής εκπροσώπησης και νομιμοποίησης του κράτους και των μηχανισμών του, όπως και των θεσμών, και μιας κρίσης ηγεμονίας του νεοφιλελευθερισμού που εκείνη την περίοδο να παίρνει έδειχνε τις διαστάσεις της, πλήττοντας κατά κύριο λόγο τη νεολαία, ο Δεκέμβρης προέβαλε τη δυνατότητα μιας νέας, ευρείας κοινωνικής συμμαχίας: οι διαφορετικές υποκατηγορίες της νεολαίας – μαθητές, φοιτητές, ελαστικά εργαζόμενοι και άνεργοι, μετανάστες, νέοι του περιθωρίου– δεν συμμετείχαν με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και διεκδικήσεις των επιμέρους ταυτοτήτων τους, αλλά στη βάση μιας διαμορφούμενης κοινής ταυτότητας, που δεν αναιρούσε, αλλά σεβόταν τις επιμέρους διαφορές [4].
Σε κάθε περίπτωση, το (ναρκοθετημένο) ερώτημα αν θα θέλαμε έναν ακόμα Δεκέμβρη υπεκφεύγει. Κανένας Δεκέμβρης, Μάης ή Οκτώβρης δεν μπορεί (ευτυχώς, γι΄ αυτούς που εξακολουθούν πραγματικά να στρατεύονται στο όραμα της επαναστατικής κοινωνικής αλλαγής και που δεν πιστεύουν ότι το τέλος του καπιταλισμού είναι σενάριο επιστημονικής φαντασίας), κανένας δεν μπορεί να είναι επανάληψη οποιουδήποτε Δεκέμβρη, Μάη ή Οκτώβρη. Υπεκφεύγει, όμως, το ερώτημα αυτό για έναν κυρίως λόγο: η δύσκολη αλήθεια της εξέγερσης είναι πως βασικό πρόβλημα του Δεκέμβρη, όπως και κάθε άλλης εξέγερσης ή κινήματος πριν και μετά, είναι η έλλειψη ενός πολιτικού υποκειμένου που θα ξεπερνά το σημερινό κατακερματισμό, το συμβιβασμό, τη φοβικότητα, τη στρατηγική ανεπάρκεια, την έλλειψη οράματος και πολιτισμού. Που θα εμπιστεύεται και θα διδάσκεται από τις κινήσεις των μαζών, πολιτικοποιώντας και ριζοσπαστικοποιώντας τις ταυτόχρονα. Που θα αφήνεται να οδηγηθεί από τη νέα εμπειρία, ώστε να μπορέσει να παρέμβει σε αυτήν [5]. Αυτό είναι το πραγματικό ζήτημα που έθεσε ο Δεκέμβρης, ο οποίος άλλωστε από την αρχή δήλωσε ότι δεν διεκδικούσε να είναι απάντηση, αλλά ερώτηση. Αυτό είναι το πραγματικό ζήτημα που τίθεται από τότε, κάθε μέρα, στους δρόμους του αγώνα και της σύγκρουσης. Ως τότε, ας κρατήσουμε την αισιόδοξη διαπίστωση του Ζιλ Ντελέζ, στην οποία συνήθιζε να παραπέμπει ο Ντανιέλ Μπενσαϊντ: «Αρχίζουμε πάντα από τη μέση».
Η Ειρήνη Γαϊτάνου είναι μεταπτυχιακή φοιτήτρια πολιτικών επιστημών.
__________________
Σημειώσεις
[1] Από στίχο του τραγουδιού «Οργή», του συγκροτήματος Μεθυσμένα Ξωτικά (διασκευή του τραγουδιού «La rage» της Keny Arcana).
[2] Σύμφωνα με τον Αντρέα Καλύβα, πρόκειται για πολίτες χωρίς πολιτικά δικαιώματα, πολίτες de facto και όχι de jure, που αμφισβητούν τον πολιτικό αποκλεισμό τους δια της συμμετοχής τους. Στο A. Kalyvas, An Anomaly? Some Reflections on the Greek December 2008, Constellations (17.2), 2010.
[3] Βλ. J. Rancière, «Democracy, Republic, Representation», Constellations (13.3), 2006, p. 300.
[4] Πρόκειται για μια «ενότητα μέσα στη διαφορά». Μαρία Καραμεσίνη, Οι δυσκολίες επαγγελματικής αποκατάστασης των νέων στην Ελλάδα, εφημερίδα Εποχή, 18.01.2009.
[5] S. Kouvelakis, Pour une politique de l΄insurrection. Réflexions à partir du décembre grec: Notes sur la stratégie, αδημοσίευτο χειρόγραφο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου