Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΣΩΤΗΡΗ*
Ένα από τα μεγαλύτερα θερινά βασανιστήρια είναι η τυχόν αναγκαστική εξάρτηση από τα τηλεοπτικά κανάλια για την ενημέρωση. Στη χώρα με την πιο κρατικοδίαιτη επιχειρηματική τάξη, οι ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες, ένα δημόσιο αγαθό, έχουν παραχωρηθεί σκανδαλωδώς σε επιχειρηματίες που ανταποδίδουν τη χαριστική μεταχείριση με την αναπαραγωγή της πιο χυδαίας προπαγάνδας.
Το αποτέλεσμα είναι μια
εκδοχή ενημέρωσης στην οποία μια «επιτυχία» της Αντιτρομοκρατικής, προγραμματισμένη να αποσπάσει την προσοχή του κοινού από την ανακοίνωση εξαιρετικά επώδυνων μέτρων λιτότητας, είναι πιο σημαντική από τη βιβλική καταστροφή στη Χίο που έδειξε την ανημπόρια ενός αποδεκατισμένου από τη λιτότητα κρατικού μηχανισμού. Έχουμε, τηλεοπτικά δελτία στα οποία καταγγέλλεται και αποκηρύσσεται μετά βδελυγμίας η δικαιολογημένη έκρηξη μιας τοπικής κοινωνίας ενάντια σε ένα κράτος που στέλνει διμοιρίες των ΜΑΤ για μικροπαραβάσεις αλλά αποσιωπάται ότι επήλθε συμβιβασμός με τη Siemens ως «εθνικό προμηθευτή», αποδεικνύοντας ότι η πρακτική της να μισθοδοτεί τις ελληνικές κυβερνήσεις δεν ήταν παρανομία αλλά συνετή επενδυτική τακτική. Βομβαρδιζόμαστε από σχολιαστές που εμβριθώς υπερασπίζονται την αναγκαιότητα μιας καταστροφικής λιτότητας, αλλά εντέχνως καλύπτουν ότι η μέγιστη εγκεφαλική δραστηριότητά τους είναι η απομνημόνευση ή και απλώς ανάγνωση των προπαγανδιστικών non-paper που εκδίδουν οι υπάλληλοι της Τρόικας.
Μα, θα έλεγε κάποιος, υπάρχουν όλα τα ρεπορτάζ που καταγράφουν την οικονομική ανέχεια, τις επιπτώσεις της λιτότητας, τις δυσκολίες των νοικοκυριών. Μόνο που η τελετουργική επανάληψη αυτών που ήδη ξέρουμε, αφού τα βιώνουμε άμεσα, χωρίς καμιά αναφορά στη δυνατότητα να υπάρξει άλλος δρόμος, χωρίς λιτότητα και μνημόνια, νομιμοποιεί την υπάρχουσα κατάσταση. Η διεκτραγώδηση καταλήγει σε ένα είδος μοιρολατρικής αποδοχής του αναπόφευκτου, διευκολύνοντας τη βασική στόχευση αυτών των ρεπορτάζ που είναι η φαντασιακή ταύτιση του κοινού με την ανάγκη πετύχει το οικονομικό πρόγραμμα της κοινωνικής καταστροφής. Είναι τυχαίο ότι σε όλα αυτά τα ρεπορτάζ αναφέρεται η αγωνία «να βρεθούν» τα 11,5 δισεκατομμύρια που θα περικοπούν και κανείς δεν λέει ότι η προσπάθεια είναι να χαθούν αυτά τα χρήματα από το μισθό, τη σύνταξη, την περίθαλψη, το πορτοφόλι μας;
Από κοντά και όλη η προσπάθεια, να παρουσιαστεί η εικόνα μιας «Ελλάδας που προσπαθεί»: αθλητές που αγωνίζονται (αποσιωπώντας τη διάλυση της αθλητικής υποδομής), επιστήμονες που διαπρέπουν (σε πανεπιστήμια του εξωτερικού που δεν αντιμετωπίζουν την υποχρεωτική στάση πληρωμών στην ελληνική ανώτατη εκπαίδευση), ή φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης που αναζητούν το… Βραβείο Γκίνες στον ομαδικό χορό (υποθέτουμε διότι η συστολή και τα «χρηστά ήθη» απέτρεψαν την επιλογή άλλων ομαδικών πρακτικών).
Και επειδή τον Αύγουστο – υποτίθεται ότι – δεν υπάρχουν ειδήσεις, ο θεατής θα πληροφορηθεί και για τα αποτρόπαια ρατσιστικά εγκλήματα και τις δολοφονίες μεταναστών, αλλά ποτέ δεν θα ακούσει ότι αυτά τα εγκλήματα δεν είναι «μεμονωμένα», αλλά επί της ουσίας πολιτικά ενορχηστρωμένα από τη νεοναζιστική Χρυσή Αυγή, που κατά τα άλλα αντιμετωπίζεται ως ένα ακόμη κοινοβουλευτικό κόμμα.
Είναι σαφές ότι η κρίση της ενημέρωσης δεν είναι παρά το σύμπτωμα της συνολικότερης κρίσης μιας ιθύνουσας τάξης που προσπαθεί πίσω από την κυνική αλαζονεία και την πλήρη υποτέλεια στους πιστωτές να συγκαλύψει τον φόβο της ότι κάποια στιγμή θα βγει εκρηκτικά στο προσκήνιο η σωρευμένη οργή των εργαζομένων που βρίσκονται σε απόγνωση, των συνταξιούχων που σπρώχνονται, κυριολεκτικά, σε πρόωρο θάνατο, των νέων που μετά τις σφαίρες του 2008 τώρα υφίστανται την κλοπή κάθε μέλλοντος. Και τότε τα τηλεοπτικά παράθυρα δεν θα προσφέρουν καμιά ασφάλεια…
*Δημοσιεύτηκε την Τετάρτη 22 Αυγούστου 2012 στην εφημερίδα «Νέα της Λέσβου».
Ένα από τα μεγαλύτερα θερινά βασανιστήρια είναι η τυχόν αναγκαστική εξάρτηση από τα τηλεοπτικά κανάλια για την ενημέρωση. Στη χώρα με την πιο κρατικοδίαιτη επιχειρηματική τάξη, οι ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες, ένα δημόσιο αγαθό, έχουν παραχωρηθεί σκανδαλωδώς σε επιχειρηματίες που ανταποδίδουν τη χαριστική μεταχείριση με την αναπαραγωγή της πιο χυδαίας προπαγάνδας.
Το αποτέλεσμα είναι μια
εκδοχή ενημέρωσης στην οποία μια «επιτυχία» της Αντιτρομοκρατικής, προγραμματισμένη να αποσπάσει την προσοχή του κοινού από την ανακοίνωση εξαιρετικά επώδυνων μέτρων λιτότητας, είναι πιο σημαντική από τη βιβλική καταστροφή στη Χίο που έδειξε την ανημπόρια ενός αποδεκατισμένου από τη λιτότητα κρατικού μηχανισμού. Έχουμε, τηλεοπτικά δελτία στα οποία καταγγέλλεται και αποκηρύσσεται μετά βδελυγμίας η δικαιολογημένη έκρηξη μιας τοπικής κοινωνίας ενάντια σε ένα κράτος που στέλνει διμοιρίες των ΜΑΤ για μικροπαραβάσεις αλλά αποσιωπάται ότι επήλθε συμβιβασμός με τη Siemens ως «εθνικό προμηθευτή», αποδεικνύοντας ότι η πρακτική της να μισθοδοτεί τις ελληνικές κυβερνήσεις δεν ήταν παρανομία αλλά συνετή επενδυτική τακτική. Βομβαρδιζόμαστε από σχολιαστές που εμβριθώς υπερασπίζονται την αναγκαιότητα μιας καταστροφικής λιτότητας, αλλά εντέχνως καλύπτουν ότι η μέγιστη εγκεφαλική δραστηριότητά τους είναι η απομνημόνευση ή και απλώς ανάγνωση των προπαγανδιστικών non-paper που εκδίδουν οι υπάλληλοι της Τρόικας.
Μα, θα έλεγε κάποιος, υπάρχουν όλα τα ρεπορτάζ που καταγράφουν την οικονομική ανέχεια, τις επιπτώσεις της λιτότητας, τις δυσκολίες των νοικοκυριών. Μόνο που η τελετουργική επανάληψη αυτών που ήδη ξέρουμε, αφού τα βιώνουμε άμεσα, χωρίς καμιά αναφορά στη δυνατότητα να υπάρξει άλλος δρόμος, χωρίς λιτότητα και μνημόνια, νομιμοποιεί την υπάρχουσα κατάσταση. Η διεκτραγώδηση καταλήγει σε ένα είδος μοιρολατρικής αποδοχής του αναπόφευκτου, διευκολύνοντας τη βασική στόχευση αυτών των ρεπορτάζ που είναι η φαντασιακή ταύτιση του κοινού με την ανάγκη πετύχει το οικονομικό πρόγραμμα της κοινωνικής καταστροφής. Είναι τυχαίο ότι σε όλα αυτά τα ρεπορτάζ αναφέρεται η αγωνία «να βρεθούν» τα 11,5 δισεκατομμύρια που θα περικοπούν και κανείς δεν λέει ότι η προσπάθεια είναι να χαθούν αυτά τα χρήματα από το μισθό, τη σύνταξη, την περίθαλψη, το πορτοφόλι μας;
Από κοντά και όλη η προσπάθεια, να παρουσιαστεί η εικόνα μιας «Ελλάδας που προσπαθεί»: αθλητές που αγωνίζονται (αποσιωπώντας τη διάλυση της αθλητικής υποδομής), επιστήμονες που διαπρέπουν (σε πανεπιστήμια του εξωτερικού που δεν αντιμετωπίζουν την υποχρεωτική στάση πληρωμών στην ελληνική ανώτατη εκπαίδευση), ή φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης που αναζητούν το… Βραβείο Γκίνες στον ομαδικό χορό (υποθέτουμε διότι η συστολή και τα «χρηστά ήθη» απέτρεψαν την επιλογή άλλων ομαδικών πρακτικών).
Και επειδή τον Αύγουστο – υποτίθεται ότι – δεν υπάρχουν ειδήσεις, ο θεατής θα πληροφορηθεί και για τα αποτρόπαια ρατσιστικά εγκλήματα και τις δολοφονίες μεταναστών, αλλά ποτέ δεν θα ακούσει ότι αυτά τα εγκλήματα δεν είναι «μεμονωμένα», αλλά επί της ουσίας πολιτικά ενορχηστρωμένα από τη νεοναζιστική Χρυσή Αυγή, που κατά τα άλλα αντιμετωπίζεται ως ένα ακόμη κοινοβουλευτικό κόμμα.
Είναι σαφές ότι η κρίση της ενημέρωσης δεν είναι παρά το σύμπτωμα της συνολικότερης κρίσης μιας ιθύνουσας τάξης που προσπαθεί πίσω από την κυνική αλαζονεία και την πλήρη υποτέλεια στους πιστωτές να συγκαλύψει τον φόβο της ότι κάποια στιγμή θα βγει εκρηκτικά στο προσκήνιο η σωρευμένη οργή των εργαζομένων που βρίσκονται σε απόγνωση, των συνταξιούχων που σπρώχνονται, κυριολεκτικά, σε πρόωρο θάνατο, των νέων που μετά τις σφαίρες του 2008 τώρα υφίστανται την κλοπή κάθε μέλλοντος. Και τότε τα τηλεοπτικά παράθυρα δεν θα προσφέρουν καμιά ασφάλεια…
*Δημοσιεύτηκε την Τετάρτη 22 Αυγούστου 2012 στην εφημερίδα «Νέα της Λέσβου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου