Οι μετανάστες είναι το πρώτο μόνο θύμα του νεοναζισμού. Ακολουθούν οι ομοφυλόφιλοι, οι αριστεροί και οι γυναίκες. Οι οποίες μπορεί να μην διώκονται, αλλά “επιστρέφουν” στο “φυσικό τους χώρο”: τον οίκο και την τεκνοποιία
Ένα χαστούκι στο “κατεστημένο”
Η βία της φτώχειας της καθημερινότητας είναι αναμφίβολα ανυπολόγιστα σκληρή. Το αν η οικονομική εξαθλίωση ευρύτερων ομάδων του πληθυσμού υπήρξε ο καθοριστικός παράγοντας για τη μερική κοινωνική νομιμοποίηση της βίας της Χρυσής Αυγής, όπως αυτή εκφράστηκε ως εκλογική στήριξη από το 7% του εκλογικού σώματος, είναι μία υπόθεση που δύσκολα ελέγχεται. Εξάλλου για τη διατύπωση ασφαλών συμπερασμάτων προϋποτίθεται η εκτενής μελέτη της κοινωνικής σύνθεσης του πληθυσμού που ψήφισε Χρυσή Αυγή.
Παρά όμως τις προφανείς δυσκολίες της σχετικής συζήτησης παραμένει ανοιχτό το θέμα της
“θεαματοποιημένης” βίας της Χρυσής Αυγής και ειδικότερα της απροκάλυπτης βίας κατά των γυναικών, η οποία “εκτέθηκε” δημόσια με αφορμή το περιστατικό της επίθεσης του Κασιδιάρη στη Λιάνα Κανέλλη και στη Ρένα Δούρου κατά τη διάρκεια ζωντανής τηλεοπτικής ενημερωτικής εκπομπής. Παρά τη συνομολογούμενη καταδίκη της συμπεριφοράς του Κασιδιάρη από το σύνολο των κυρίαρχων μέσων καθώς και από τα περισσότερα κόμματα –πλην της Χρυσής Αυγής βεβαίως– το γεγονός τελικά δεν επηρέασε το βαθμό συσπείρωσης των ψηφοφόρων αυτού του κόμματος. Μάλιστα, το εν λόγω κόμμα παρείχε πλήρη στήριξη στο δράστη των επιθέσεων –ο οποίος παραμένει υπόδικος για την επίθεση στο φοιτητή στην Πανεπιστημιούπολη το 2007– ενώ σε δεύτερη φάση τα στελέχη της χρυσής αυγής, αλλά κυριότερα και ο ίδιος ο Η. Κασιδιάρης, υπερέβησαν το στάδιο δικαιολόγησης της πράξης και την παρουσίασαν ως συνειδητή επιλογή πολιτικής στάσης απέναντι στους αντιπάλους. Προφανώς, η επιλογή τους αυτή προέκυψε και από το γεγονός ότι σε τελική ανάλυση η πράξη του Κασιδιάρη επιδοκιμάστηκε από μέρος των “οπαδών” της Χρυσής Αυγής και πιθανώς όχι μόνο. Εξάλλου, η παρανοημένη –εντελώς– σύλληψη της έννοιας “αντισυστημικότητα”, η οποία υπήρξε και μία από τις βασικές αιτίες της εκλογικής ανόδου της Χρυσής Αυγής, θέτει μεταξύ άλλων ένα αίτημα για “αγριοτσαμπουκάδες” και περιέχει σεβασμό για τους “νταήδες” που ικανοποιούν αυτό το αίτημα. Με άλλα λόγια, από ένα σημείο κι έπειτα –ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της δεύτερης προεκλογικής περιόδου– τα στελέχη της Χρυσής Αυγής αντιλήφθηκαν ότι δεν υπήρχε λόγος να μπαίνουν στον κόπο να κρύβουν ή έστω να αποποιούνται πλήρως την “τραμπούκικη” διάσταση των πολιτικών τους πρακτικών. Και βέβαια γι’ αυτή τους την επιλογή “δικαιώθηκαν”, αφού τα εκλογικά ποσοστά της Χρυσής Αυγής ξεπέρασαν “αλώβητα” τη δοκιμασία της δεύτερης προεκλογικής περιόδου.
Η ματαίωση των ονείρων και η βία κατά των γυναικών
Καθόλου τυχαία η Χρυσή Αυγή είναι συντριπτικά “αντρικό” κόμμα, τόσο ως προς τα μέλη όσο και ως προς τους ψηφοφόρους της. Εντός αυτής οι νεαροί άνδρες της μικροαστικής (κυρίως) τάξης αναζητούν το χαμένο ανδρισμό τους, που συνετρίβη άδοξα στα βράχια της κρίσης. Κατά τη δεκαετία του ’90 και την πρώτη δεκαετία του 2000 αυτός ο “ανδρισμός” επιβεβαιωνόταν με την απόκτηση αυτοκινήτου μεγάλου κυβισμού στα 18, με τη συνεύρεση με τις καταναγκαστικώς εκπορνευόμενες γυναίκες απ’ το πρώην ανατολικό μπλοκ, ακόμα και μέσα απ’ τις αθλητικές επιτυχίες της Ελλάδας. Τώρα που τα σημάδια περιορισμένης έστω κοινωνικής ανέλιξης έχουν εξαφανιστεί, οι πληττόμενοι άνδρες αναζητούν άλλους τρόπους να διαιωνίσουν το χαμένο τους ψευδεπίγραφο μεγαλείο.
Δυστυχώς, αυτή η τάση συναντήθηκε με την επισφαλή θέση του φεμινισμού και των κινημάτων ταυτότητας φύλου (ομοφυλόφιλοι-ες, διεμφυλικοί κ.λπ.) τόσο μέσα στην ελληνική κοινωνία όσο και στην Αριστερά. Τα δυο σημαντικά νομοθετικά κύματα κατοχύρωσης της ισότητας (νόμος ΠΑΣΟΚ για διαζύγιο / πολιτικό γάμο / ισότητα μέσα στο γάμο και νόμος ΝΔ για την ενδοοικογενειακή βία) ήρθαν μάλλον σαν απόπειρες θεσμικού εκσυγχρονισμού απ’ τα πάνω, παρά σαν ευθείες κατακτήσεις του αγώνα των γυναικών. Ήταν δύσκολο στο ελληνικό κράτος να εξηγήσει στους διεθνείς οργανισμούς π.χ. γιατί εν έτει 2004 ο βιασμός εντός γάμου δεν ήταν ποινικό αδίκημα και αυτό απαιτούσε αλλαγές. Παρ’ όλα αυτά τα πρακτικά της βουλής απ’ την ψήφιση του σχετικού νόμου παρουσιάζουν εκπλήξεις, καθώς βουλευτές –και μάλιστα του ΠΑΣΟΚ– φαίνονταν αρνητικοί απέναντι στην ποινικοποίηση του ενδοσυζυγικού βιασμού αρνούμενοι να τον εξομοιώσουν με τον “κανονικό” βιασμό. Δυστυχώς, και στο επίπεδο της θέσης των γυναικών στην κοινωνία μας η Χρυσή Αυγή βρήκε το πρόσφορο έδαφος που ’χαν στρώσει οι “μετριοπαθείς” δυνάμεις και απλά λέει φωναχτά αυτά που πολλοί σκέφτονται.
Επίσης, η Αριστερά (σχεδόν σε όλες της τις εκφάνσεις) φάνηκε από διστακτική έως εχθρική απέναντι στο ζήτημα της έμφυλης χειραφέτησης ανάγοντάς το και μεταθέτοντάς το ολοκληρωτικά στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Δεν είναι ούτε τυχαίο ούτε πολύ ενθαρρυντικό πως το πρώτο κόμμα με μαζικές οργανώσεις γυναικών υπήρξε το ΠΑΣΟΚ. Έτσι και ο φεμινισμός απέκτησε εξ αρχής αρκετά θεσμικό στίγμα και απομονώθηκε απ’ τα στοιχεία αυτά που θα του δίναν ριζοσπαστική πνοή, ενώ η Αριστερά παρέμεινε “αντρική υπόθεση” που αντιμετώπιζε τα φεμινιστικά αιτήματα εν πολλοίς σαν μικροαστικές παρεκκλίσεις.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, η βία κατά των γυναικών συνέχισε να υπάρχει σε σημαντική έκταση, παρά τα βήματα εκσυγχρονισμού. Μάλιστα, η ισοπέδωση των δομών κοινωνικής φροντίδας, ως ενός εκ των δυσμενών αποτελεσμάτων της μνημονιακής πολιτικής της διετίας που προηγήθηκε, φαίνεται πως έχει εντείνει το πρόβλημα στην Ελλάδα, καθώς εξαφάνισε και τις ελάχιστες υποδοχές στήριξης των θυμάτων κακοποιητικών συμπεριφορών. Παρά όμως το γεγονός ότι το φαινόμενο της βίας κατά των γυναικών έχει υλική υπόσταση και εκδηλώνεται με πολλαπλούς τρόπους στην ελληνική κοινωνία, δε παύει να είναι πρωτόγνωρα σοκαριστική η έμπρακτη αποδοχή και επιδοκιμασία του από μερίδα των ελλήνων πολιτών –ανδρών και γυναικών–, η οποία εκφράστηκε και μέσα από τη συνέχιση της εκλογικής στήριξης της Χρυσής Αυγής και είχε ως συνέπεια τη σχεδόν πανηγυρική επανεκλογή του “περήφανου” φαλλοκράτη –δηλαδή του Η. Κασιδιάρη.
Αν κάτι επιβεβαιώνεται απ’ όλα τα παραπάνω είναι πως οι μετανάστες είναι το πρώτο μόνο θύμα του νεοναζισμού. Ακολουθούν οι ομοφυλόφιλοι, οι αριστεροί και οι γυναίκες. Οι οποίες μπορεί να μην διώκονται, αλλά “επιστρέφουν” στο “φυσικό τους χώρο”: τον οίκο και την τεκνοποιία. Υπάρχουν όμως κάτι πολύ όμορφες φωτογραφίες γυναικών της Κρήτης να πυροβολούν γερμανούς αλεξιπτωτιστές, που μας κάνουν να πιστεύουμε πως το έργο τους δεν θα ΄ναι εύκολο.
Το άρθρο δημοσιεύεται στο Φόρουμ Πρέβεζας
Ένα χαστούκι στο “κατεστημένο”
Η βία της φτώχειας της καθημερινότητας είναι αναμφίβολα ανυπολόγιστα σκληρή. Το αν η οικονομική εξαθλίωση ευρύτερων ομάδων του πληθυσμού υπήρξε ο καθοριστικός παράγοντας για τη μερική κοινωνική νομιμοποίηση της βίας της Χρυσής Αυγής, όπως αυτή εκφράστηκε ως εκλογική στήριξη από το 7% του εκλογικού σώματος, είναι μία υπόθεση που δύσκολα ελέγχεται. Εξάλλου για τη διατύπωση ασφαλών συμπερασμάτων προϋποτίθεται η εκτενής μελέτη της κοινωνικής σύνθεσης του πληθυσμού που ψήφισε Χρυσή Αυγή.
Παρά όμως τις προφανείς δυσκολίες της σχετικής συζήτησης παραμένει ανοιχτό το θέμα της
“θεαματοποιημένης” βίας της Χρυσής Αυγής και ειδικότερα της απροκάλυπτης βίας κατά των γυναικών, η οποία “εκτέθηκε” δημόσια με αφορμή το περιστατικό της επίθεσης του Κασιδιάρη στη Λιάνα Κανέλλη και στη Ρένα Δούρου κατά τη διάρκεια ζωντανής τηλεοπτικής ενημερωτικής εκπομπής. Παρά τη συνομολογούμενη καταδίκη της συμπεριφοράς του Κασιδιάρη από το σύνολο των κυρίαρχων μέσων καθώς και από τα περισσότερα κόμματα –πλην της Χρυσής Αυγής βεβαίως– το γεγονός τελικά δεν επηρέασε το βαθμό συσπείρωσης των ψηφοφόρων αυτού του κόμματος. Μάλιστα, το εν λόγω κόμμα παρείχε πλήρη στήριξη στο δράστη των επιθέσεων –ο οποίος παραμένει υπόδικος για την επίθεση στο φοιτητή στην Πανεπιστημιούπολη το 2007– ενώ σε δεύτερη φάση τα στελέχη της χρυσής αυγής, αλλά κυριότερα και ο ίδιος ο Η. Κασιδιάρης, υπερέβησαν το στάδιο δικαιολόγησης της πράξης και την παρουσίασαν ως συνειδητή επιλογή πολιτικής στάσης απέναντι στους αντιπάλους. Προφανώς, η επιλογή τους αυτή προέκυψε και από το γεγονός ότι σε τελική ανάλυση η πράξη του Κασιδιάρη επιδοκιμάστηκε από μέρος των “οπαδών” της Χρυσής Αυγής και πιθανώς όχι μόνο. Εξάλλου, η παρανοημένη –εντελώς– σύλληψη της έννοιας “αντισυστημικότητα”, η οποία υπήρξε και μία από τις βασικές αιτίες της εκλογικής ανόδου της Χρυσής Αυγής, θέτει μεταξύ άλλων ένα αίτημα για “αγριοτσαμπουκάδες” και περιέχει σεβασμό για τους “νταήδες” που ικανοποιούν αυτό το αίτημα. Με άλλα λόγια, από ένα σημείο κι έπειτα –ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της δεύτερης προεκλογικής περιόδου– τα στελέχη της Χρυσής Αυγής αντιλήφθηκαν ότι δεν υπήρχε λόγος να μπαίνουν στον κόπο να κρύβουν ή έστω να αποποιούνται πλήρως την “τραμπούκικη” διάσταση των πολιτικών τους πρακτικών. Και βέβαια γι’ αυτή τους την επιλογή “δικαιώθηκαν”, αφού τα εκλογικά ποσοστά της Χρυσής Αυγής ξεπέρασαν “αλώβητα” τη δοκιμασία της δεύτερης προεκλογικής περιόδου.
Η ματαίωση των ονείρων και η βία κατά των γυναικών
Καθόλου τυχαία η Χρυσή Αυγή είναι συντριπτικά “αντρικό” κόμμα, τόσο ως προς τα μέλη όσο και ως προς τους ψηφοφόρους της. Εντός αυτής οι νεαροί άνδρες της μικροαστικής (κυρίως) τάξης αναζητούν το χαμένο ανδρισμό τους, που συνετρίβη άδοξα στα βράχια της κρίσης. Κατά τη δεκαετία του ’90 και την πρώτη δεκαετία του 2000 αυτός ο “ανδρισμός” επιβεβαιωνόταν με την απόκτηση αυτοκινήτου μεγάλου κυβισμού στα 18, με τη συνεύρεση με τις καταναγκαστικώς εκπορνευόμενες γυναίκες απ’ το πρώην ανατολικό μπλοκ, ακόμα και μέσα απ’ τις αθλητικές επιτυχίες της Ελλάδας. Τώρα που τα σημάδια περιορισμένης έστω κοινωνικής ανέλιξης έχουν εξαφανιστεί, οι πληττόμενοι άνδρες αναζητούν άλλους τρόπους να διαιωνίσουν το χαμένο τους ψευδεπίγραφο μεγαλείο.
Δυστυχώς, αυτή η τάση συναντήθηκε με την επισφαλή θέση του φεμινισμού και των κινημάτων ταυτότητας φύλου (ομοφυλόφιλοι-ες, διεμφυλικοί κ.λπ.) τόσο μέσα στην ελληνική κοινωνία όσο και στην Αριστερά. Τα δυο σημαντικά νομοθετικά κύματα κατοχύρωσης της ισότητας (νόμος ΠΑΣΟΚ για διαζύγιο / πολιτικό γάμο / ισότητα μέσα στο γάμο και νόμος ΝΔ για την ενδοοικογενειακή βία) ήρθαν μάλλον σαν απόπειρες θεσμικού εκσυγχρονισμού απ’ τα πάνω, παρά σαν ευθείες κατακτήσεις του αγώνα των γυναικών. Ήταν δύσκολο στο ελληνικό κράτος να εξηγήσει στους διεθνείς οργανισμούς π.χ. γιατί εν έτει 2004 ο βιασμός εντός γάμου δεν ήταν ποινικό αδίκημα και αυτό απαιτούσε αλλαγές. Παρ’ όλα αυτά τα πρακτικά της βουλής απ’ την ψήφιση του σχετικού νόμου παρουσιάζουν εκπλήξεις, καθώς βουλευτές –και μάλιστα του ΠΑΣΟΚ– φαίνονταν αρνητικοί απέναντι στην ποινικοποίηση του ενδοσυζυγικού βιασμού αρνούμενοι να τον εξομοιώσουν με τον “κανονικό” βιασμό. Δυστυχώς, και στο επίπεδο της θέσης των γυναικών στην κοινωνία μας η Χρυσή Αυγή βρήκε το πρόσφορο έδαφος που ’χαν στρώσει οι “μετριοπαθείς” δυνάμεις και απλά λέει φωναχτά αυτά που πολλοί σκέφτονται.
Επίσης, η Αριστερά (σχεδόν σε όλες της τις εκφάνσεις) φάνηκε από διστακτική έως εχθρική απέναντι στο ζήτημα της έμφυλης χειραφέτησης ανάγοντάς το και μεταθέτοντάς το ολοκληρωτικά στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Δεν είναι ούτε τυχαίο ούτε πολύ ενθαρρυντικό πως το πρώτο κόμμα με μαζικές οργανώσεις γυναικών υπήρξε το ΠΑΣΟΚ. Έτσι και ο φεμινισμός απέκτησε εξ αρχής αρκετά θεσμικό στίγμα και απομονώθηκε απ’ τα στοιχεία αυτά που θα του δίναν ριζοσπαστική πνοή, ενώ η Αριστερά παρέμεινε “αντρική υπόθεση” που αντιμετώπιζε τα φεμινιστικά αιτήματα εν πολλοίς σαν μικροαστικές παρεκκλίσεις.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, η βία κατά των γυναικών συνέχισε να υπάρχει σε σημαντική έκταση, παρά τα βήματα εκσυγχρονισμού. Μάλιστα, η ισοπέδωση των δομών κοινωνικής φροντίδας, ως ενός εκ των δυσμενών αποτελεσμάτων της μνημονιακής πολιτικής της διετίας που προηγήθηκε, φαίνεται πως έχει εντείνει το πρόβλημα στην Ελλάδα, καθώς εξαφάνισε και τις ελάχιστες υποδοχές στήριξης των θυμάτων κακοποιητικών συμπεριφορών. Παρά όμως το γεγονός ότι το φαινόμενο της βίας κατά των γυναικών έχει υλική υπόσταση και εκδηλώνεται με πολλαπλούς τρόπους στην ελληνική κοινωνία, δε παύει να είναι πρωτόγνωρα σοκαριστική η έμπρακτη αποδοχή και επιδοκιμασία του από μερίδα των ελλήνων πολιτών –ανδρών και γυναικών–, η οποία εκφράστηκε και μέσα από τη συνέχιση της εκλογικής στήριξης της Χρυσής Αυγής και είχε ως συνέπεια τη σχεδόν πανηγυρική επανεκλογή του “περήφανου” φαλλοκράτη –δηλαδή του Η. Κασιδιάρη.
Αν κάτι επιβεβαιώνεται απ’ όλα τα παραπάνω είναι πως οι μετανάστες είναι το πρώτο μόνο θύμα του νεοναζισμού. Ακολουθούν οι ομοφυλόφιλοι, οι αριστεροί και οι γυναίκες. Οι οποίες μπορεί να μην διώκονται, αλλά “επιστρέφουν” στο “φυσικό τους χώρο”: τον οίκο και την τεκνοποιία. Υπάρχουν όμως κάτι πολύ όμορφες φωτογραφίες γυναικών της Κρήτης να πυροβολούν γερμανούς αλεξιπτωτιστές, που μας κάνουν να πιστεύουμε πως το έργο τους δεν θα ΄ναι εύκολο.
Το άρθρο δημοσιεύεται στο Φόρουμ Πρέβεζας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου