Αν υπήρχαν κάποιες αμφιβολίες για την ιεραρχία των δυνάμεων και τον ρόλο της κυβέρνησης στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, η πρόσφατη χρηματοπιστωτική και οικονομική ύφεση τις έβαλε στην άκρη.
Αυτού του είδους οι οικονομικές αναταραχές οποτεδήποτε κι αν συμβαίνουν αντιμετωπίζονται συχνά ως φυσικές συνέπειες της αόρατης εξουσίας των «δυνάμεων της αγοράς». Ετσι, η διάλυσή τους έχει σταθερά εκχωρηθεί στους ίδιους θεατρίνους που την προκάλεσαν από πρώτο χέρι. Στον ειδεχθή κόσμο των υψηλών οικονομικών, η διαχείριση των οικονομικών θεμάτων, σε όλα τα επίπεδα, έχει ιδιωτικοποιηθεί, και ο ρόλος του κράτους έχει περιθωριοποιηθεί.
Πράγματι, το ισχύον περιβάλλον της απληστίας έχει υποβιβάσει τον ρόλο των κυβερνήσεων σε μια κατάσταση ανίκανων παρατηρητών του εταιρικού κανιβαλισμού. Ετι περαιτέρω, σε αυτόν τον γενναίο νέο κόσμο οι υποτιθέμενα ελεύθεροι πολίτες έχουν μετατραπεί σε μια εργατική δύναμη που περιφέρεται ανά τον κόσμο, για να χρησιμοποιηθεί στην αποδόμηση των εθνών υπό το δελεαστικό πρόσχημα της ποικιλομορφίας, της πολυ-πολιτισμικότητας και της ισότητας. Η ισχύουσα κοινωνική μας κατάσταση είναι το παρα-προϊόν μιας διαδικασίας, μακράς, που διέβαλε το έθνος αλλά υπερεκθείασε την εθνότητα και μετέτρεψε αποτελεσματικά κοινωνίες με συνοχή σε αντίπαλες παρατάξεις που με τη σειρά τους αντιμάχονται για τους φθίνοντες πόρους. Στην πραγματικότητα, παρακολουθούμε την αποδόμηση των εθνών στο όνομα του καθαρού καπιταλισμού και την αναβίωση της οικονομίας του λεσέ-φερ του 19ου αιώνα.
Ηθεωρία του αποδεσμευμένου καπιταλισμού που επινοήθηκε από την Οικονομική Σχολή του Σικάγου και ενσαρκώθηκε από τον «Θείο Μίλτι» (Μίλτον) Φρίντμαν, αντιμετωπίζει τις κυβερνήσεις ως εγγενώς αναρμόδιες να διαχειριστούν οικονομικές υποθέσεις. Καίριοι υποστηρικτές αυτής της θεωρίας θεωρούν οποιαδήποτε κρατική παρέμβαση στη σφαίρα των οικονομικών ως αιτία των «παραμορφώσεων της αγοράς», οι οποίες και πρέπει να αποφευχθούν με κάθε κόστος. Εξαιρέσεις από αυτή τη βασική «προτεραιότητα» γίνονται μόνο όταν οι κυβερνήσεις είτε επειδή απαιτείται, είτε επειδή καλούνται από τις ίδιες τις «δυνάμεις της αγοράς» πρέπει να νομιμοποιήσουν τη μεταβίβαση του δημόσιου πλούτου σε χέρια ιδιωτών, να εξαναγκάσουν τους φορολογούμενους να πληρώσουν γι' αυτή τη μεταβίβαση και να μετατοπίσουν τις ευθύνες για περιοδικές αλλά παρ' ολ' αυτά αποδοτικές «κρίσεις».
Εν συντομία, η θεωρία της καπιταλιστικής ορθοδοξίας συνεπιφέρει μία περίεργη ιδέα αναφορικά με το κράτος, ή ειδικότερα οραματίζεται ένα σύνολο περιορισμένων προσχεδιασμένων εγχειρημάτων που θα πρέπει το κράτος να αναλάβει.
Πρώτον και κύριον, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης το βασικό εγχείρημα για το κράτος είναι να διευκολύνει την ανεμπόδιστη ροή κεφαλαίου από τη μία χώρα στην άλλη χωρίς να δίνει σημασία στην εθνική κυριαρχία. Υπό αυτή τη ρούμπρικα, οι τραπεζίτες δεν έχουν καμία υποχρέσωση να κρατούν ενήμερους ή να αναζητούν τη συμμετοχή των εθνικών ηγετών στις δραστηριότητές τους με ξένους ομολόγους τους από τη στιγμή που διαχειρίζονται αλληλοεπικαλυπτόμενες διαρθρώσεις και υπηρετούν υπερεθνικά συμφέροντα. Στις παγκόσμιες συναλλαγές οι κυβερνήσεις έχουν δείξει ότι δεν μπορούν να κατανοήσουν τα σύγχρονα οικονομικά και είναι ενήμεροι για τις αρνητικές συνέπειές τους όταν τα πράγματα στραβώσουν.
Δεύτερον, οι εθνικές κυβερνήσεις θεωρείται ότι δεν πρέπει να μπαίνουν στο δρόμο των κερδοσκοπικών εγχειρημάτων και του εγχώριου κεφαλαίου και να αποδέχονται την εκδοχή ασφάλειας, ανάπτυξης, προόδου, ευημερίας και τις ηθικές αξίες του κεφαλαίου. Εντυπωσιακά στοιχεία υποδεικνύουν ότι στην εποχή της μεταπληροφόρησης και την εποχή της μεταπαγκοσμιοποίησης, η εθνική ασφάλεια εξισώνεται με το προσωπικό όφελος και επιλέγεται από τις GloboCorps (Παγκόσμιες Επιχειρήσεις) με τρόπους που de facto έχουν συνδεθεί με την ατομικότητα και τα ιδιωτικά πολυτελή αγαθά. Από την άλλη πλευρά, η ανάπτυξη και η ευημερία έχουν συνδεθεί με την κατανάλωση «προϊόντων πληροφόρησης» και με τα «υλικά αγαθά», δύο κατηγορίες προϊόντων που χρηματοδοτούνται με προσωπικά χρέη.
Τρίτον, ο ορθόδοξος καπιταλισμός και οι σχετικές θεωρίες της Σχολής Οικονομίας του Σικάγου δεν οραματίζονται ρόλο για πολιτικό οργανισμό, στον καθορισμό των αξιών των νομισμάτων, της φύσης του πλούτου ή της αξίας της εργασίας. Η εποχή της επικοινωνίας σε πραγματικό χρόνο έχει διευρύνει την ικανότητα των επιχειρηματιών να κατευθύνουν τεράστιες επενδύσεις σε κάθε γωνιά της γης και με τις αγοραπωλησίες των νομισμάτων μπορούν να προκαλέσουν αναταραχές και εάν απαιτείται μπορούν να διδάξουν στις ατίθασες κυβερνήσεις «μαθήματα καλής συμπεριφοράς». Για παράδειγμα, ποιος μπορεί να ξεχάσει το μάθημα που «έδωσε στην Ελλάδα» ένας μόνο διαχειριστής επενδυτικών κεφαλαίων στον οποίο δεν άρεσε η πολιτική της έναντι της FYROM.
Ηκατακλυσμιαία διοχέτευση πλούτου σε αναζήτηση οικονομιών που έχουν καταρρεύσει συμβάλλει στον οικονομικό κανιβαλισμό και έχει καταστήσει τον «καπιταλισμό της καταστροφής» ιδανική συνθήκη για την ιδιωτικοποίηση εθνικών πόρων. Οι κρίσεις, φυσικής ή ανθρώπινης προέλευσης, εγγυώνται την αποδοχή δραστικών μέτρων και «θεραπειών-σοκ» από το κοινό. Ετσι, η διάλυση της ρωσικής οικονομίας, μιας καταστροφής ανθρώπινης προέλευσης, επέτρεψε στον Τζέφρι Ζακς και στην ομάδα του από το Χάρβαρντ να εφαρμόσουν τη δική τους «θεραπεία-σοκ» χωρίς να προσελκύσουν ιδιαίτερη προσοχή μέχρι που ήταν πια πολύ αργά. Τέτοια μοντέλα «θεραπείας-σοκ» πρωτοδοκιμάστηκαν στη Λατινική Αμερική και τη Γιουγκοσλαβία με τα γνωστά αποτελέσματα. Αλλά στη Ρωσία εφαρμόστηκε γρήγορα και, ενώ ο Μπόρις Γέλτσιν βρισκόταν σε αλκοολική αφασία, πέτυχε θαυμάσια: δημιούργησε εφτά ολιγάρχες με περισσότερα από ένα διαβατήρια που αντιμετώπιζαν τη ρωσική κυβέρνηση ως ιδιωτικό τους μηχανισμκό ασφαλείας και τον εθνικό πλούτο ως βασιλική τους κληρονομιά.
Οκαπιταλισμός της καταστροφής, οι θεραπείες-σοκ και ο εταιρικός κανιβαλισμός οδήγησαν στην ιδιωτικοποίηση των κυβερνητικών λειτουργιών και την κατάλυση της εναπομείνασας προστασίας των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Ο γρηγορότερος τρόπος για να προωθήσει κανείς τα ιδιωτικά συμφέροντα στην εποχή του οικονομικού κανιβαλισμού, γνωστού και ως «συγχωνεύσεις και εξαγορές», είναι να εκμεταλλευτεί το φόβο για τις φυσικές ή ανθρώπινες καταστροφές και να είναι έτοιμος να εφαρμόσει μια «θεραπεία-σοκ». Οι αήθεις ελίτ των μάνατζερ της νέας εποχής, εντός κι εκτός κυβέρνησης, είναι σίγουρες ότι μια φοβισμένη παγκόσμια κοινωνία μπορεί να οδηγηθεί μέσω σοκ στη συμμόρφωση μόνον εάν η κριτική σκέψη δεν αναμιχθεί στις προσχεδιασμένες σκευωρίες. Και ελάχιστοι άνθρωποι θέτουν ερωτήματα σε μια ατμόσφαιρα κρίσης. Τελικώς όλες οι κρίσεις -είτε πρόκειται για χρηματοπιστωτικές ληστείες υψηλής τεχνολογίας είτε για τυφώνες, τσουνάμι ή πολέμους- μπορούν να μετατραπούν σε ευκαιρίες, συνήθως από εκείνους που τις προκάλεσαν.
* Επίτιμος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Χάουαρντ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου